Οι κρίσεις πανικού είναι οξέα επεισόδια κατά τα οποία ο ασθενής διακατέχεται από έντονο ακαθόριστο άγχος, φόβο, δυσφορία. H δυσάρεστη αυτή κατάσταση επιδεινώνεται ταχύτατα και συνοδεύεται από υποκειμενικό αίσθημα κινδύνου, καταστροφής ή και επικείμενου θανάτου του ασθενούς, καθώς και από σωματικά συμπτώματα.
Τα σωματικά συμπτώματα (ταχυπαλμία και αίσθημα καρδιακών παλμών, έντονη δύσπνοια και αίσθημα πνιγμονής, εφίδρωση, τρεμούλα, ναυτία ή ζάλη, ρίγη ή αίσθημα θερμότητας σε όλο το σώμα, αιμωδίες έως και λιποθυμία) προέρχονται από την υπερδιέγερση του αυτόνομου νευρικού συστήματος. Οι κρίσεις πανικού διαρκούν, συνήθως, περί τα δέκα λεπτά της ώρας (το πολύ, μέχρι μισή ώρα), με διαρκώς εντεινόμενη συμπτωματολογία. Στο τέλος οδηγούν το άτομο σε λιποθυμία ή σε έξοδο από το χώρο που βρίσκεται (π.χ. σπίτι, λεωφορείο), ενώ κυριαρχείται από ένα ακατανίκητο αίσθημα ανάγκης διαφυγής. Κατά τη διάρκεια της κλιμάκωσης των συμπτωμάτων o ασθενής γίνεται ολοένα και πιο ανήσυχος, έχει έντονο το υποκειμενικό βίωμα ότι «τρελαίνεται», ότι «χάνει τον έλεγχο» των πράξεών του ή ότι πρόκειται να πεθάνει τα αμέσως επόμενα δευτερόλεπτα. Υπολογίζεται, μάλιστα, ότι περίπου το 5% του γενικού πληθυσμού θα παρουσιάσει μια τουλάχιστον προσβολή πανικού κατά τη διάρκεια της ζωής του.
Η θεραπεία των κρίσεων πανικού είναι η άμεση χορήγηση αγχολυτικών φαρμάκων (π.χ. βενζοδιαζεπινών) με θεαματικά αποτελέσματα. Καλό είναι, μάλιστα, σε αυτές τις περιπτώσεις το άτομο να διαβεβαιώνεται ότι, παρά το υποκειμενικό του βίωμα (ότι πρόκειται να πεθάνει κ.ο.κ.), δε διατρέχει κανένα σωματικό κίνδυνο.