156. Τι ξέρετε για το διάφραγμα;

Το διάφραγμα είναι ένας πλατύς μυς που χωρίζει το θώρακα από την κοιλιά. Προσφύεται στους σπονδύλους, στις πλευρές και στους πλευρικούς χόνδρους καθώς και στο στέρνο. Το διάφραγμα έχει το σχήµα ενός θόλου, δηλαδή είναι θολωτός μυς, µε το κυρτό προς τα πάνω. Προς τα αριστερά βρίσκεται η καρδιά, όπου το καρδιακό αυτό εντύπωμα χωρίζει το διάφραγμα σε δύο θολωτά τµήματα, τα ηµιδιαφράγµατα.

Από αυτά το ένα βρίσκεται δεξιά και το άλλο αριστερά. Το διάφραγμα έρχεται σε άμεση επαφή προς τα πάνω µε την καρδιά, η οποία περιβάλλεται από το περικάρδιο, µε τους πνεύμονες, οι οποίοι µε τη σειρά τους περιβάλλονται από τον υπεζωκότα. Κάτω από το διάφραγμα, δεξιά είναι το ήπαρ και αριστερά το στομάχι και ο σπλήνας. Το διάφραγμα έχει πολλά στόμια (τρήματα) από τα οποία περνούν διάφορα όργανα, που πορεύονται από το θώρακα προς την κοιλιά ή και αντίθετα (αορτή, κάτω κοίλη φλέβα, οισοφάγος, πνευμονογαστρικά νεύρα, σπλαχνικά και συμπαθητικά νεύρα). Το διάφραγμα νευρώνεται από το φρενικό νεύρο. Είναι ο βασικός µυς της αναπνοής και η λειτουργία του µμελετάται στη φυσιολογία της αναπνοής. Εκτός από τον αναπνευστικό ρόλο. η σύσπαση του διαφράγματος έχει ως αποτέλεσμαµα την πίεση των κοιλιακών σπλάχνων και παίζει έτσι ένα σηµαντικό ρόλο κατά την αφόδευση την ούρηση.

155. Να αναφέρετε με σειρά τα τμήματα του γεννητικού συστήματος του ανδρός.

Το γεννητικό σύστημα του άνδρα αποτελείται από:

  • τους δύο όρχεις
  • τις δύο επιδιδυμίδες
  • τους δύο σπερματικούς πόρους
  • τις δύο σπερματοδόχους κύστες
  • τους δύο εκσπερματικούς πόρους
  • τον προστάτη αδένα
  • το πέος

154. Να αναφέρετε τα τμήματα του γεννητικού συστήματος της γυναίκας.

Το γεννητικό σύστημα της γυναίκας όπως και του άνδρα διακρίνεται σε έσω και έξω γεννητικά όργανα. Τα έσω γεννητικά όργανα βρίσκονται μέσα στη πύελο, ενώ τα έξω γεννητικά όργανα βρίσκονται έξω από τη πύελο.
Τα έσω γεννητικά όργανα αποτελούνται από:

  • τις δύο ωοθήκες (δεξιά και αριστερή)
  • τις δύο σάλπιγγες ή ωαγωγούς
  • τη μήτρα
  • τον κολεό (κόλπο)

Τα έξω γεννητικά όργανα αποτελούνται από: το αιδοίο, το οποίο αποτελείται από την κλειτορίδα, τα μικρά και τα μεγάλα χείλη, το εφήβαιο, τον πρόδομο του κολεού, τους βολβούς του προδόμου και τους μεγάλους αδένες του προδόμου.

152. Ποιες είναι οι μήνιγγες του εγκεφάλου;

Ο εγκέφαλος βρίσκεται μέσα σε οστέινη «θήκη». την κρανιακή κοιλότητα και περιβάλλεται από τρεις μεμβράνες, τις μήνιγγες.
Από αυτές η εξωτερική, η σκληρά μήνιγγα, παίζει σημαντικό ρόλο στην προστασία του εγκεφάλου από τραυματισμούς. Κάτω από τη σκληρά μήνιγγα βρίσκεται η αραχνοειδής μήνιγγα και πιο εσωτερικά η χοριοειδής μήνιγγα.

151. Ποια η διαφορά μεταξύ δεξιού κι αριστερού πνεύμονα;

Κάθε πνεύμονας διαιρείται με βαθιές σχισμές σε ανεξάρτητα τμήματα που λέγονται λοβοί των πνευμόνων.
Ο δεξιός πνεύμονας έχει τρεις λοβούς: άνω, μέσο και κάτω.
Ο αριστερός πνεύμονας έχει δύο λοβούς: άνω και κάτω.

150. Αναφέρετε το χρόνο απορρόφησης του φαρμάκου σε τέσσερις οδούς χορήγησης.

Ενδοφλέβια (ΕΦ) : Το φάρμακο ενίεται απ’ ευθείας στην κυκλοφορία του αίματος και επομένως έχουμε πλήρη απορρόφηση σε μηδενικό χρόνο

Από το στόμα (per os): Η απορρόφηση του φαρμάκου καθυστερεί σε σχέση με άλλες οδούς χορήγησης, ιδιαίτερα αν στο στομάχι υπάρχει τροφή.

Υπογλώσσια: Η απορρόφηση του φαρμάκου γίνεται καλά και γρήγορα δια μέσου του δικτύου των τριχοειδών αγγείων που απλώνεται κάτω από τη γλώσσα. Το φάρμακο μπαίνει απ’ ευθείας στην κυκλοφορία χωρία να περάσει από το στομάχι.

Από το ορθό: Η χορήγηση γίνεται με μορφή υπόθετων και η απορρόφηση γίνεται εύκολα και γρήγορα. Το φάρμακο μπαίνει στην κυκλοφορία αναλλοίωτο, χωρίς να δεχτεί την επίδραση πεπτικών υγρών ή ενζύμων, αφού δεν περνά από το στομάχι και το έντερο.

149. Αναφέρετε σε ποιες περιπτώσεις γίνεται κακή χρήση των αντιβιοτικών.

Περιπτώσεις που γίνεται κακή χρήση των αντιβιοτικών είναι:

α) Όταν χορηγούνται αντιβιοτικά χωρίς να υπάρχει εργαστηριακός μικροβιολογικός έλεγχος για να βρεθεί το υπεύθυνο μικρόβιο αλλά και το καταλληλότερο αντιβιοτικό (αντιβιόγραμμα). Δυστυχώς αυτό πολλές φορές είναι αναγκαίο, ιδιαίτερα σε σοβαρές λοιμώξεις, διανοίξεις αποστημάτων, γιατί ο γιατρός δεν έχει την άνεση χρόνου να περιμένει τα αποτελέσματα του εργαστηριακού ελέγχου.

β) Όταν χορηγούνται αντιβιοτικά σε λοιμώξεις που δεν θα έπρεπε. Το συνηθέστερο σφάλμα, που δυστυχώς γίνεται πολλές φορές στην καθημερινή πράξη, είναι η χορήγηση αντιβακτηριακών αντιβιοτικών σε ασθενείς με απλές ιώσεις (κρυολόγημα, γρίπη κτλ.). Τα αντιβιοτικά καταστρέφουν μόνο τα βακτήρια και όχι τους ιούς.

γ) Όταν χορηγείται μειωμένη ή αυξημένη δόση του αντιβιοτικού.

δ) Όταν χορηγείται το αντιβιοτικό για μικρότερο χρονικό διάστημα από όσο θα έπρεπε.

(Βιβλίο φαρμακολογίας, σελ. 141)

148. Τι ονομάζεται μεταβολισμός ενός φαρμάκου και ποια όργανα συμμετέχουν στη διαδικασία;

Όταν χορηγηθεί ένα φάρμακο ο οργανισμός το θεωρεί ξένο σώμα και τείνει να το αποβάλλει. Προηγουμένως όμως χρειάζεται να γίνουν κάποιες χημικές μετατροπές του φαρµάκου, ώστε αυτό να αδρανοποιηθεί ή να γίνει περισσότερο υδατοδιαλυτό και να αποβληθεί ευκολότερα µε τα ούρα και τη χολή. Τότε λέµε ότι το φάρμακο μεταβολίζεται.

Κύριο όργανα του μεταβολισμού είναι το ήπαρ, αλλά κάποια φάρμακα

µμπορούν να μεταβολισθούν σε άλλους ιστούς, όπως τα νεφρά και οι πνεύμονες. Οι μεταβολικές αντιδράσεις γίνονται µε τη βοήθεια ενζύμων (βιοκαταλυτών) και είναι τριών ειδών: Οξειδώσεις, αναγωγές και υδρολύσεις. Πολλές φορές η αδρανοποίηση ενός φαρµάκου απαιτεί και συνθετικές αντιδράσεις. Π.χ. ορισμένα φάρμακα αδρανοποιούνται µε τη σύζευξή τους µε γλυκουρονικό οξύ, οπότε τα σχηματιζόμενα γλυκουρονίδια είναι ευδιάλυτα και ιονισμένα και αποβάλλονται με τα ούρα.
Τέλος είναι δυνατόν οι μεταβολικές αντιδράσεις να μετατρέψουν ένα λιγότερο δραστικό φάρμακο σε άλλο πιο δραστικό.

147. Ποιοι οι κίνδυνοι από την ενδοφλέβια χορήγηση φαρμάκων;

Από την ενδοφλέβια χορήγηση ορού και φαρμάκων μπορεί να συμβούν τοπικά και γενικά προβλήματα. Τα τοπικά προβλήματα συμβαίνουν στο σημείο της φλεβοκέντησης του αρρώστου (θρομβοφλεβίτιδα, τοπική μόλυνση). Τα γενικά προβλήματα είναι εκείνα που επιδρούν στη λειτουργία των ζωτικών οργάνων του αρρώστου (εμβολή αέρα, σηψαιμία, υπερφόρτωση κυκλοφορίας, shock).
Μπορεί να προκληθεί αιμόλυση, εμβολές και άλλες παρενέργειες εξ αιτίας των απότομα υψηλών συγκεντρώσεων του φαρμάκου στο αίμα και στους ιστούς.

(Βιβλίο νοσηλευτικής (θεωρία – εργαστήριο), σελ. 91 και βιβλίο φαρμακολογίας, σελ. 21)